Τρίτη 31 Ιουλίου 2007

Ο εθνικισμός απειλεί το μέλλον μας. Η Αριστερά επίκαιρη ξανά!




“Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ
Δεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώρα
Πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες”

Μανώλης Αναγνωστάκης
«Κι ήθελε ακόμη»

Επιτέλους, ξεκαθάρισε το τοπίο. Πλέον, γνωρίζει ο καθένας μας τους προσανατολισμούς των υποψήφιων Προέδρων. Η συντριπτική πλειοψηφία των οργανωμένων πολιτικών δυνάμεων έχει αποφασίσει ποιον θα υποστηρίξει. Ορθοτομώντας τον πολιτικό λόγο των κομματικών εκπροσώπων, αντιλαμβάνεται κανείς τις πραγματικές θέσεις τους.
Ας αφήσουμε προσωρινά κατά μέρος τα γενικόλογα λεκτικά σχήματα περί δίκαιης, βιώσιμης, λειτουργικής λύσης στη βάση μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Είναι προφανές ότι αυτός ο κοινός τόπος ερμηνεύεται διαφορετικά από τα κόμματα. Ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας μας, που διασπείρεται σε διαφορετικά ποσοστά σε όλους σχεδόν τους πολιτικούς σχηματισμούς, απορρίπτει την ομοσπονδία ή επιθυμεί μια λύση που θα αποδίδει τα λιγότερα στην τουρκοκυπριακή πλευρά και συνακόλουθα περισσότερα στη δική μας.
Είναι μια μερίδα της κοινωνίας που έχει προσχωρήσει στα αδιέξοδα του εθνικισμού. Και σ’ αυτή την ομάδα, κάποιοι πολιτικοί ταγοί κλείνουν πονηρά το μάτι, σαν να λένε: «Ακόμα κι αν δημοσίως λέμε τα κοινότοπα, κι εμείς τα ίδια πιστεύουμε». Το πολιτικό φλερτ εκλογικού σώματος και πολιτικών με φόντο τον εθνικισμό, μόνο επικίνδυνο μπορεί να είναι Μπορεί δυνητικά να οδηγήσει σε νέες τραγωδίες και σε ένα εφιαλτικό μέλλον για τον τόπο.
Αυτή την ώρα της κρίσης θα πρέπει να τη μετατρέψουμε σε ευκαιρία. Όσοι από εμάς θεωρούμε τους εαυτούς μας ενεργούς, ελεύθερους, προοδευτικούς και αριστερούς πολίτες, έχουμε ηθική υποχρέωση απέναντι στον τόπο να πολεμήσουμε ενάντια στο θεριό του εθνικισμού. Η επόμενη προεδρική εκλογή θα είναι το πεδίο αναμέτρησης. Ο εθνικισμός, ο απορριπτισμός και η ακρότητα έχει αμαρτωλό παρελθόν στο νησί. Δεν πρέπει, όμως, να έχει μέλλον…
Είναι για αυτό που με τη ψήφο μας, πρέπει να στείλουμε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και στο περιθώριο τη πολιτικής σκηνής, όσους κοινωνούν τα λόγια της μισαλλοδοξίας και του διαχωρισμού, με τις προσχηματικές ψευδοευρωπαϊκές ρητορικές τους. Η υφέρπουσα ακροδεξιά πολιτική θεώρηση που ευαγγελίζεται ο περίγυρος του σημερινού Προέδρου και ο καταφανέστατος σοβινιστικός βερμπαλισμός του ΕΥΡΩ.ΚΟ αποδεικνύει ποιος πραγματικά είναι και τι αληθινά πρεσβεύει ο κ. Παπαδόπουλος.
Ας είναι σίγουρος, λοιπόν, για ένα: δεν θα τον ακολουθήσουμε….

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2007

Ο βασιλιάς είναι γυμνός (αλλά δεν το ξέρει ακόμη)





Παρακολούθησα το πολύφερνο διάγγελμα. Αν θα αποτύπωνε κάποιος το σχεδιάγραμμά του, θα κατέγραφε μια γενική, άνευ αυτοκριτικής, αποτίμηση της εσωτερικής διακυβέρνησης, βερμπαλιστικές αναφορές για το Ανάν και προσπάθεια αναζωπύρωσης των ανασφαλειών με αδιανόητη μεγαλαυχία για την αποσόβηση των χειρότερων και αοριστολογικές υποσχέσεις για τα καλύτερα που θα έρθουν.

Η αλήθεια είναι ότι χασμουρήθηκα 5-6 φορές μέχρι να τελειώσει. Βαρετός και προβλέψιμος στο σύνολο της ομιλίας. Απολογητικός για το παρελθόν και ασαφής για το μέλλον. Ζήτησε να τον στηρίξουμε για να εκπληρώσει τα υπόλοιπα μεγάλα «θα», αλλά ουσιαστικά δεν προέταξε κανένα συλλογικό όραμα, κανένα κοινωνικό στόχο, καμιά πρόθεση για να κάνει κάτι. Ο Μέγας Ακίνητος μας έδωσε ένα σαφές μήνυμα: «Πίσω ολοταχώς!».

Για το Κυπριακό, ακούσαμε όλα τα φοβικά επιχειρήματα - ο κίνδυνος ενός φαύλου σχεδίου των υστερόβουλων ξένων θα αποσοβηθεί μόνο με τον ίδιο στην Προεδρία. Ταυτόχρονα, προσπάθησε να πείσει ότι «Eppur si muove!» από το γεγονός ότι η εμπλοκή του Συμβουλίου Ασφαλείας και η 8η Ιουλίου διαμορφώνουν ικανές συνθήκες για έξοδο από το τέλμα. Αντιφάσεις κ. Πρόεδρε! Από τη μια εξορκισμός των ξένων και από την άλλη επίκληση της εμπλοκής τους στη διαδικασία επίλυσης. Ειλικρινά, έχει κανείς ιδέα για που τραβάμε;

Είναι αυτές οι αντιφάσεις, τα μικροψεματάκια, το ψείρισμα των λέξεων, τα σοφίσματα για εσωτερική κατανάλωση και η «κολλημένη» στάση απέναντι στο θέμα που σας (και μας) έφερε μέχρι εδώ. Ως εδώ, όμως. Γιατί τώρα έρχεται η ώρα να κάνουμε ταμείο, ο διαχειριστής μάλλον τα έμπλεξε στη σούμα και τώρα στέλνει σ’ εμάς το φουσκωμένο λογαριασμό. Δεν νομίζω, όμως, να πληρώσουμε αυτή τη φορά…..

Επικοινωνιακά, το σκηνικό ήταν ξοφλημένο - οι σημαίες, το κατεστραμμένο από τους πραξικοπηματίες παράθυρο (αλήθεια, προς τι η προσπάθεια ταύτισης; Σε ανιστόρητους ή σε ηλίθιους απευθύνεστε;), η αυστηρή μορφή, η μπάσα διακύμανση της φωνής. Με δυο λόγια, σκέτη κηδεία. Κανένα χρώμα, καμιά άποψη, καμιά ιδέα - μαύρα και γκρίζα όλα, ασορτί με το κοστούμι και τη γραβάτα. Η προοπτική για το μέλλον είναι πολύ απλά η διαχείριση της κρίσης που ο ίδιος δημιούργησε.

Τα πιο πάνω καταδεικνύουν ποιο είναι το κοινό στο οποίο απευθύνθηκε, για ποιο κομμάτι του θυμικού μας γράφτηκε η ομιλία. Πιστεύω ότι ήταν ένα κείμενο γραμμένο για να ξυπνήσει εκείνη τη πλευρά του κωλοχαρακτήρα μας. Ξέρετε, αυτή τη χυδαία και σκοτεινή πλευρά που λίγο-πολύ όλοι έχουμε. Αυτή που νομίζει ότι είμαστε οι σουπερ-ντούπερ καταφερτζήδες, οι λίγο πιο αλάνια από τους άλλους, εν ολίγοις, αντάρτες της πορδής με τα λεφτά του μπαμπά.

Για εκείνη την πλευρά μιλώ, που θα ηδονιζόταν να έβλεπε τους Τουρκοκύπριους στη θάλασσα της Κερύνειας, που ανεμίζει φλάμπουρα και απαγγέλλει θούριους τις παραμονές των μεγάλο βέτο και έχει μνήμη χρυσόψαρου όταν έρχεται (γιατί πάντα έρχεται) η στιγμή της μεγάλης ξεφτίλας και της παραλυτικής καρπαζιάς. Κι άντε, μετά να πείσεις κάτι μυστήριους σαν εμένα ότι ο βασιλιάς δεν είναι γυμνός!

Ας το πούμε, λοιπόν, δια τι να το κρύψωμεν, άλλωστε; Είμαστε λίγο φασίστες, σίγουρα εθνικιστές, φλερτάρουμε με το σοβινισμό, τη βρίσκουμε με την ομαδική παράνοια του siege mentality που μας καλλιεργούν, γινόμαστε κάθε μέρα κατιτί θρησκόληπτοι και τσάς ακροδεξιοί, σκέτες χαμούρες μιας κοινωνίας που όζει συντήρησης και τα έχει ψιλοχαμένα! Σε αυτή την αποσαθρωμένη αφασία δεν χρειάζεστε επιλογές – νομίζω, ήδη, ξέρετε ποιον να ψηφίσετε….

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2007

Σχέδιο για ένα καλοκαίρι


«Όλα τα πήρε το καλοκαίρι
Με τα μισόλογα τα σβησμένα
Τα καραβόπανα τα σχισμένα
Μες στις αφρόσκονες και τα φύκια
Όλα τα πήρε τα πήγε πέρα
Τους όρκους που έτρεμαν στον αέρα»

Οδ. Ελύτης
Τα Ρω του Έρωτα

Διασχίζω τον Ιούλιο, λούτσα στον ιδρώτα από έναν ανηλεή ήλιο. Γύρω, νωθρά πρόσωπα και θαμπά ζευγάρια παλεύουν να αντέξουν ο ένας
τον άλλον. Στις οθόνες συνωθούνται πολιτικοί και οι ιμιτασιόν ηχές τους (κυρίως αυτές), προσπαθώντας να πείσουν ότι όλα τα λάθη, οι ενέργειες και οι παραλείψεις συμφύρονται και συμψηφίζονται αμοιβαίως, τη στιγμή που όλα τείνουν στο μηδέν. Οι φωνές τους
διαρρηγνύουν τον ακουστικό πόρο, καθώς η σάρκα μου λιώνει τα μεσημέρια στις πυρωμένες ασφάλτους της Λευκωσίας.

Κι όμως, τα πέλαγα, στις πέρα θάλασσες αμέριμνα συγυρίζουν τον αφρό των παφλασμών τους. Καλοκαίρι - γράψε μου ένα ποίημα και ζήσε το για πάντα.... Εσύ ποθείς στη θάλασσα να επιστραφείς, στην ηρεμία του νερού και στο άφεμα του κυματισμού - πυρπόλησε με τον Αύγουστο, σου λέω, κι εσύ χαμογελάς λάγνα... Ξαναζυγιάζω μέσα μου τις ορεινές σκιές της γενέθλιας Μακεδονίας - αυτές που γιa χρόνια ακολουθούν τον αναστεναγμό μου. Μια συμπαντική φωνή ψιθυρίζει θερινές ιστορίες από τη Μικρασία και μετά με φιλάει στο μέτωπο, λέγοντας μου: «Καλό βράδυ, πασά μου».

Αναρωτιέμαι. Αν φτιάχνουν ακόμα μυζήθρα με μέλι και κανέλα σε εκείνο το στενό στη Χώρα της Σαμοθράκης κι ακόμη, αν στο Μαγγανίτη της Ικαρίας έχουν απομαγευτεί από τα σειρηνικά φεγγάρια του Αυγούστου. Η θύμηση της αίσθησης στο απόκρημνο βουνό, εκεί που βρέθηκα ξαφνικά μπροστά σε ένα ξωκλήσι. Ποιος δια τον Χριστόν σαλός βρήκε τη λύτρωση σ’ αυτό το χώμα;

Λοιπόν, το έχω μάθει πια. Στα μεγάλα ζόρια, κινάω για τη μεγάλη φυγή. Πολλές φορές αναρωτήθηκα ποιος είναι αυτός ο έσω μου δαίμονας που με σέρνει στις άκρες της Γης. Αυτό δεν το ‘χω μάθει ακόμα, κι έτσι έως τότε μάλλον θα φορτώνομαι βιβλια, ξεφτισμένα μπλουζάκια και θα γυρνάω εκεί, σιγοψιθυρίζοντας τους στίχους από ένα αληθινά λαϊκό τραγούδι - που ποτέ δεν μπορώ να θυμηθώ ολόκληρους - ονειρευόμενος το Σταυρό του Νότου στους ουρανούς μιας αλλιώτικης γης, όπου θα ανατινάζεται το φως τις Κυριακές τα μεσημέρια....


Παρασκευή 13 Ιουλίου 2007

Γράμμα σε ένα φίλο αριστερό




Άιντε θύμα, άιντε ψώνιο, άιντε σύμβολο αιώνιο
αν ξυπνήσεις μονομιάς θα 'ρθει ανάποδα ο ντουνιάς
θα 'ρθει ανάποδα ο ντουνιάς

Η μπαλάντα του κυρ’ Μέντιου

Κώστας Βάρναλης

Καλέ μου φίλε. Σε παρατηρώ που αναθάρρεψες. Βρήκες ξανά την παλιά σου δύναμη και σε νιώθω πια να κινάς με αυτοπεποίθηση για τους νέους σου στόχους. Ακούω ξανά να κυλάνε από το στόμα σου λόγια σταράτα και σαφή. Τέλος πια με τις μακρές σιωπές και τις μεσοβέζικες σοφιστείες των περασμένων χρόνων.

Χαίρομαι που ξαναβγήκες μπροστά και είσαι έτοιμος να παλέψεις για το νέο εγχείρημα. Όλοι εμείς που αριστερίσαμε, μπορούμε να προσβλέπουμε επιτέλους σε μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας, χωρίς νοθείες και μίνιμουμ συνθήκες συμβιβασμού.

Όμως είναι κάτι που δεν με πείθει σε όλο αυτό το σκηνικό. Ενώ τα λόγια σου με χόρτασαν, κάτι με αφήνει προβληματισμένο. Οι διαφωνίες και οι διαφοροποιημένες πολιτικές άρχισαν να μας φανερώνονται πια. Για τόσα χρόνια και για τόσο σημαντικά θέματα, σώπασες. Και άλλες φορές, στήριξες ενεργά ξοφλημένες πολιτικές στο όνομα μιας ενότητας απροσδιόριστου περιεχομένου. Είναι αυτή στάση για κάποιον που αυτοπροσδιορίζεται ως προοδευτικός και ελεύθερος άνθρωπος;

Καλά τα λες, σύντροφε. Από το Μπούργκενστοκ (και πριν από αυτό) άκουσες την καμπάνα να χτυπά, το καράβι να παίρνει επικίνδυνες ρότες, μα και τότε σώπασες. Δεν σε κρίνω για όψιμη ευαισθησία και ιδιοτέλεια. Αντίθετα, εμπιστεύομαι το πολιτικό σου κριτήριο. Με ενοχλεί, όμως, ότι βρίσκεις το θάρρος για να τα πεις όλα, εκτός από ένα: το mea culpa. Και είναι αυτός αρκετός λόγος που δεν πείθομαι, γιατί περίμενα ότι η αυτοκριτική ήταν το πρώτο σου όπλο.

Και παραπέρα: θέλω κι εγώ να οραματιστώ μια κοινωνία όχι απλά πιο δίκαιη, αλλά αποκλειστικά δίκαιη. Χωρίς προσδιορισμούς και προαιρέσεις. Χωρίς αποκλεισμούς και ημετέρους. Αριστερή και άρα ανθρώπινη, χωρίς λαϊκισμούς και εθνικιστικές εξάρσεις. Ικανή να μας απαλλάξει από τα φαντάσματα που τώρα πλανιούνται πάνω από την πατρίδα μας.

Δεν πείθομαι όμως από τη μονολιθική, αντιευρωπαϊκή ρητορική σου. Με ενοχλεί η ιδεολογική στασιμότητα και οι απαράβατες αλήθειες που ευαγγελίζονται αποστεωμένα όνειρα. Τις ερωτήσεις για τις ανάγκες του σήμερα, τα μεγάλα ζητήματα στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και το μετασχηματισμό των κρατών και των κοινωνιών, φοβάμαι ότι δεν τα αντιμετώπισε όλα ο Κάρολος. Κι εγώ έχω ανάγκη μόνο από πειστικές απαντήσεις για το αύριο, τώρα. Και όχι, πικρές μεταμέλειες για λανθασμένες επιλογές του χθες.

Με αυτές τις σκέψεις σ’ αφήνω. Καλή στράτα σου εύχομαι. Ο δρόμος που διάλεξες δεν είναι αδιάβατος. Αρκεί να μην έχεις, πάλι, κακά συναπαντήματα. Θα τα λέμε…


Τρίτη 10 Ιουλίου 2007

Ανευ


Βράδυ Κυριακής, στα Καλά Καθούμενα, ο χρόνος κύλησε μέσα μας. Βρεθήκαμε ξανά κι ανάμεσα σε μπύρες, καφέδες και σκόρπια λόγια αφεθήκαμε στη νύχτα. Κάπως έτσι παλέψαμε τη μοναξιά- μέχρι το πρωϊνό της Δευτέρας.

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2007

Ο μάγος κοιτάζει την πόλη


Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει~
παραπετάσματα βουνών αρχιπέλαγα γυμνοί γρανίτες...
Το καράβι που ταξιδεύει το λένε ΑΓΩΝlΑ

Γ. Σεφέρης
A/π Αυλίς, περιμένοντας να ξεκινήσει.
Καλοκαίρι 1936


Επέστρεψα. Μετά από δύο βδομάδες. Με σκόρπιες σκέψεις στο μυαλό, θολωμένος από το μέλλοντα καιρό, διφορούμενος και σκοτεινός μπροστά στην ενδελέχεια των πραγμάτων. Στην έξοδο του αεροπλάνου, ένας αδίστακτος λίβας μου καίει το πρόσωπο. Αντικρίζω ξανά το ξερό τοπίο. Πέρα μια γκρίζα θάλασσα. Αυτός ο ήλιος καίει τα όνειρα μου…

Οι κουβέντες βρίσκονται συνεχώς μπροστά στα ίδια αδιέξοδα. Μόνο που ο καθένας τα ονοματίζει αλλιώς, έτσι, για να μπορεί να ντύνει τους φόβους του και να αντέχει την είσοδο τους από την κερκόπορτα, που πάντα, μα πάντα, ανοίγει… Κατάρα κι αυτή. Να αγαπάς ένα τόπο που τόσο σε διώχνει. Με την ολιγοσύνη των ανθρώπων του. Το φτωχικό δόσιμο του. Τον στενό ουρανό. Είναι εδώ η πατρίδα, το ξέρω. Δεν είναι ο τόπος, το ταπεινό χώμα. Καμιά φορά σκέφτομαι πως δεν αρκεί ούτε και η ιστορία. Που κι αυτή είναι πια τόσο ξεκομμένη από τη ζωή…

Είναι, όμως, οι άνθρωποι που μας τάχτηκαν, και συγχωρέστε μου τη μοιρολατρία και την ενδοτικότητα στον ντετερμινισμό, μα πια δεν έχω άλλες εξηγήσεις, πέρα από τα παιδικά μας χρόνια. Οι φίλοι που πορευτήκανε μαζί- παλιοί συμμαθητές και φίλοι του πρώτου καιρού. Στα πρόσωπα τους βλέπεις τον εαυτό σου να μεγαλώνει, «μια σαΐτα τιναγμένη ξαφνικά
από τα πέρατα μιας νιότης» σε πετυχαίνει και ήδη, ξέρεις…

Είναι τα βράδια, που ο άλλος εαυτός το σκάει κρυφά από τις καθημερινές συμβάσεις και τραβάει για νυχτερινές περιπολίες στα στενά της παλιάς Λευκωσίας. Οι σκόρπιες κουβέντες και τα πνιχτά γέλια από τον ουρανό που πυροβολούν κατευθείαν στην καρδιά. Είναι όλα εδώ σαν μια αλμυρή υπενθύμιση στον ουρανίσκο. Θυμάσαι τη σκηνή από μια ταινία, τη γεύση από ένα φιλί και ένα απόγευμα του Ιούλη στα "Καλά καθούμενα", ανάμεσα σε ψευτοκουλτουριάρηδες, φρικιά και wannabe δικηγόρους. Είναι τα κίτρινα φώτα που αρχίζουν να διαθλόνται σε άλλες διαστάσεις, όσο το αλκοόλ κατακλύζει τα εγκεφαλικά κύτταρα και χαμογελάς αναίτια ατενίζοντας το υπερπέραν.

Λοιπόν, δεν έχω απάντηση, στ’ αλήθεια. Στην άλλη όχθη, η μόνη πατρίδα είναι ο χρόνος….

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2007



Επιστροφή από Φλωρεντία. Σκόρπιες σκέψεις. Χαλασμένες πυξίδες. Φωτογραφίες, σαν κι αυτή. Αναπόληση.