Πέμπτη 24 Απριλίου 2008

ΚΑΤΗΓΟΡΩ!



«Μην αμελήσετε. Πάρτε μαζί σας νερό.
Το μέλλον μας θα έχει πολλή ξηρασία.»
Μ. Κατσαρός

Κατηγορώ όλους και τον καθένα ξεχωριστά τους Προέδρους της Δημοκρατίας για την σιωπηρή αποδοχή κάθε βίαιου θανάτου.

Κατηγορώ όλους ανεξαιρέτως τους Υπουργούς Δικαιοσύνης αυτής της α-πολιτείας για κάθε αναπηρία μετά από επίθεση σε συμπολίτη μας και για κάθε φορά που ακούμε για το μαχαίρι που θα φτάσει στο κόκκαλο και για κάθε κόμπο που φτάνει στο χτένι.



Κατηγορώ τους Υπουργούς Παιδείας και Ποπολο-τισμού για κάθε ψυχικό τραύμα ενός ανθρώπου που δέχθηκε επίθεση και για την έλλειψη συγκροτημένης πολιτικής στην εκπαίδευση και τον αθλητισμό.



Κατηγορώ όλους τους βουλευτές για κάθε βγαλμένο μάτι, για κάθε σπασμένο χέρι και για την κάθε μέρα που περνά χωρίς σαφές νομοθετικό πλαίσιο που να αφορά αποκλειστικά την παραβατικότητα στον αθλητικό χώρο.



Κατηγορώ τον κάθε Αρχηγό Αστυνομίας για κάθε εκδορά, την κάθε κάκωση, τον κάθε ακρωτηριασμό και για όλες τις (ατελέσφορες) έρευνες, για όλες τις (ανεπαρκείς) αστυνομεύσεις.



Κατηγορώ τον κάθε πρόεδρο, παράγοντα, μέλος, φίλο αθλητικού σωματείου για την ανοχή τους έναντι της εβδομαδιαίας καφρίλας που βιώνουμε και για τη συγκάλυψη των πάσης φύσεως οπαδών και θυρών.



Κατηγορώ τον κάθε πατέρα και την κάθε μητέρα που ανέθρεψε ημιβάρβαρους οπαδούς της αυτοδικίας και αιμοδιψή καθάρματα που εκτονώνονται κάθε σαββατοκύριακο.



Κατηγορώ τον κάθε ανεγκέφαλο οπαδό του ΑΠΟΕΛ, της Ανόρθωσης, του Απόλλωνα του Εθνικού γιατί έχει μπερδέψει την Ελλάδα, τις αξίες της και την οικουμενικότητα της με τον κυματισμό της σβάστικας και τον ψευτοπατριωτισμό του γηπέδου. Γιατί τη στιγμή που αναφέρεται στο Έθνος, τη σημαία και τον ύμνο, ο ίδιος παραμένει απελπιστικά ανορθόγραφος και αμέτοχος της ημετέρας παιδείας.



Κατηγορώ τον κάθε ανεγκέφαλο οπαδό της Ομόνοιας, της Νέας Σαλαμίνας, της ΑΕΛ γιατί έχει συγχύσει την Αριστερά ως συλλογικό όραμα αξιών, αναφορών και ονείρων με την ευκολία του να φοράς ένα Τ-shirt του Τσε και την υποταγή στη δικτατορία του όχλου. Γιατί τη στιγμή που συνθηματολογεί για το κόμμα του, τη Θύρα του, την «πεποίθηση» του, ο ίδιος παραμένει σε απελπιστική άγνοια για τις αξίες του ανθρωπισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης, δηλαδή την ουσία αυτού που υποτίθεται ότι ευαγγελίζεται.
Κατηγορώ μια αιμοβόρα κοινωνία που παρακολουθεί αμέριμνη τα παιδιά της να αλληλοσφάζονται στα γήπεδα ή να σκοτώνονται στους δρόμους λόγω ταχύτητας ή κατανάλωσης αλκοόλ. Που βλέπει τα παιδιά της να ακρωτηριάζονται με κροτίδες, πέτρες, λοστούς, σιδερικά και παραμένει απαθής στο μακελειό, χωρίς να σοκάρεται πια.
Στριφογυρνάει στο μνήμα του ο ποιητής: σε μια άνυδρη χώρα, που να βρεις νερό για να πάρεις μαζί σου;

Ο Νικόλας Κυριάκου είναι επικηρυγμένος (τέως) γ.γ. του Κυπρο-ϊαπωνικού Ομίλου «Σι-Χαμάρα».

Πέμπτη 10 Απριλίου 2008

I HAVE A DREAM!


«Ουτοπία δεν είναι να πιστεύεις ότι τα πράγματα μπορεί ν’ αλλάξουν.

Ουτοπία είναι να πιστεύεις ότι τα πράγματα μπορούν να μείνουν για πάντα τα ίδια»


Έχω ένα όνειρο: ότι μια μέρα οι πολίτες αυτού του κράτους θα εγερθούν και θα βιώσουν το πραγματικό νόημα της φράσης:
«Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα. Είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση, και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφοσύνης.»
Έχω ένα όνειρο: ότι μια μέρα στα ξηρά πεδία της Μεσαορίας, οι γιοι όσων σκότωσαν κινούμενοι από ένα βαθύ εθνοτικό μίσος και οι γιοι όσων υπήρξαν θύματα του μίσους αυτού, θα μπορούν να καθίσουν μαζί στο τραπέζι της αδελφοσύνης.
Έχω ένα όνειρο: ότι μια μέρα ακόμα και αυτός ο τόπος, όπου ο πόνος του ενός ήταν η ευτυχία του άλλου, όπου η καταπίεση του ενός ήταν η ελευθερία του άλλου, θα μετατραπεί σε μια όαση ελευθερίας και δικαιοσύνης για όλους.
Έχω ένα όνειρο: ότι τα παιδιά μας θα ζουν σε ένα κράτος όπου δεν θα κρίνονται από τη γλώσσα που μιλούν, από το Θεό που πιστεύουν, από τη σημαία που τιμούν, αλλά από την ακεραιότητα του χαρακτήρα τους και την αξιοσύνη τους.
Έχω ένα όνειρο!
Έχω ένα όνειρο πως μια μέρα, εκεί στην Τόχνη, στο Σανταλάρη, στη Γιαλούσα κι όπου αλλού θέλησαν οι εθνικιστές δολοφόνοι να θάψουν τις αρετές της ανθρωπιάς μαζί με τα θύματα τους - μια μέρα σ’ αυτά τα μέρη, Έλληνες, αγόρια και κορίτσια, θα μπορέσουν να ενώσουν τα χέρια τους με αυτά των Τούρκων, αγοριών και κοριτσιών, ως αδέρφια.
Έχω ένα όνειρο σήμερα!
Έχω ένα όνειρο: ότι μια μέρα εγώ, εσύ, εμείς θα σπάσουμε τον καταραμένο κύκλο αίματος που πνίγει τον τόπο μας και κάθε κοιλάδα θα ανυψωθεί και κάθε λόφος και βουνό θα χαμηλώσει, οι σκληροί τόποι θα μαλακώσουν και κάθε στρεβλή οδός θα βρει τη δικιά της ευθεία γραμμή.
Aυτή είναι η ελπίδα μας και με αυτή την πίστη θα πρέπει να πορευτούμε στο μέλλον. Με αυτή την πίστη θα μπορέσουμε να λαξεύσουμε από το όρος της απελπισίας μια πέτρα ελπίδας. Με αυτή την ελπίδα θα μπορέσουμε να μετατρέψουμε τις παράφωνες διαφωνίες του λαού μας σε μια μελωδική συμφωνία αδελφοσύνης. Με αυτή την πίστη θα μπορέσουμε να δουλέψουμε μαζί, να προσευχηθούμε μαζί, να αγωνιστούμε μαζί, να φυλακιστούμε μαζί, να αξιώσουμε ελευθερία μαζί, γνωρίζοντας ότι θα είμαστε ελεύθεροι μια μέρα.
Έχω ένα όνειρο σήμερα για το αύριο!

Σάββατο 5 Απριλίου 2008

Παλιές φοβίες

"Τα όνειρά μου σαν παιχνίδια κουρδισμένα
Και το μυαλό μου μια παράξενη πατέντα
Οι αναμνήσεις μου, μου πιάνουνε κουβέντα
Απόψε λέω να παίξω απ' τα κερδισμένα"

Οδ. Ιωάννου,
Η μόνη μου πατρίδα είναι ο χρόνος



Το τελευταίο σπίτι επί της οδού Αγίας Ελένης, πίσω από την αυλή του Ελενείου, γκρεμίστηκε τις προάλλες και στη θέση του "χάσκει" αυτές τις μέρες το κενό.

Στα μέσα της μακρινής πια δεκαετίας του 1980, η όψη αυτού του σπιτιού είχε ρίξει τις πρώτες σκιές φόβου στη ψυχή μας. Σπίτι εγκαταλειμμένο, με δέντρα που μεγάλωναν σε τερατώδεις διαστάσεις ή, τουλάχιστον, έτσι φάνταζαν στα μάτια μας και μια σκοτεινιά στην αυλή. Όλα συνέτειναν στη δημιουργία ιστοριών και μύθων για τους φοβερούς και τρομερούς ενοίκους του - που φυσικά δεν υπήρχαν, αλλά ήταν αποκυήματα της παιδικής μας φαντασίας.

Στα χρόνια εκείνα, λοιπόν, ο σκοπός της ζωής μας ήταν οι ατελείωτες ώρες ποδοσφαίρου. Ο Νικόλας, ο Παναγιώτης, ο Μάρκος, ο Πασχάλης, ο Χρήστος, ο Αντώνης και άλλοι συμμαθητές συγκροτούσαν τη φοβερή ομάδα της Δ' 2 τάξης. Κάποιες φορές τύχαινε η μπάλα να προσγειώνεται στην αυλή του διπλανού σπιτιού. Η σαστιμάρα μας ήταν πάντα η ίδια. Για δευτερόλεπτα επικρατούσε μια παγερή σιωπή και ανταλλάσσαμε ματιές γεμάτες αγωνία: Ποιος θα πήγαινε να πάρει τη μπάλα από το βασίλειο των φόβων μας; Βλέπετε, ακόμα και σήμερα οι μαθητές του Ελενείου φέρουν το στίγμα των ντελικάτων αγοριών, κοινώς φλώρων - ίσως όχι άδικα τώρα που σκέφτομαι κάποιους από μας...


Μετά από συζητήσεις και καμιά φορά τσακωμούς, αυτός που είχε κλωτσήσει την μπάλα από την άλλη πλευρά κινούσε, εκών άκων, να τη φέρει πίσω. Σε πολλές περιπτώσεις, ως άρρητος κανόνας, ο κοντινότερος φίλος του υπαιτίου κινούσε για το μεγάλο ταξίδι μαζί του, αποδεικνύοντας ότι το φαινομενικά αθώο παιχνίδι εκείνων των χρόνων θεμελίωνε την πιο βαθιά αλληλεγγύη μεταξύ μας. Χρόνια αργότερα, διαβάζοντας Καμύ, έπεσα πάνω στο ρητό του, που λέει περίπου: "Όλα όσα γνωρίζω γύρω από την ηθική και την ευθύνη, τα έχω μάθει από το ποδόσφαιρο". Ήμουν πια σίγουρος ότι ο Γάλλος στοχαστής μας έριχνε κλεφτές ματιά από την άλλη άκρη της αιωνιότητας. Και αυτό το νόημα που συμπυκνώνεται σε αυτές τις λίγες λέξεις είναι, νομίζω, που μας κάνει ακόμα να κυνηγάμε σαν τρελοί το τόπι μέσα στα 5Χ5 γήπεδα κάθε βδομάδα.... Η μπάλα, λοιπόν, επέστρεφε και το παιχνίδι συνεχιζόταν.

Ξεστράτησε η σκέψη μου - επιστρέφω ευθύς στο γκρεμισμένο σπίτι. Διάβασα κάποτε ότι οι αδελφοί Κατσιμίχα είχαν ζήσει κάποτε σε εκείνο το σπίτι, ίσως τη δεκαετία του '70, όταν ο πατέρας τους υπηρετούσε ως στρατιωτικός εδώ. Τα τραγούδια τους συντρόφευσαν συχνά τα εφηβικά μας βράδια και ήταν το μουσικό background στις πρώτες μας σχέσεις. Είναι κι αυτό μια κάποιου είδους γνωριμία...


Το σπίτι γκρεμίστηκε και μαζί του κι οι παλιοί μας φόβοι, που μου φαίνονται πια ξεδοντιασμένα κι άκακα θεριά. Στην πορεία αποκτήσαμε άλλους - φρόντισε, άλλωστε, πρόθυμα για αυτό ο στρατός, οι πάσης φύσεως ιεραρχίες, η εκκλησία, ίσως μερικές ξάστοχες ριξιές της μοίρας και βέβαια "ο ψεύτης κι άδικος ντουνιάς". Κοιτώντας τις προάλλες τα χαλάσματα που απέμειναν από τα παλιό σπίτι, το μόνο που σκέφτηκα είναι να μας δοθεί η χάρη να τους γκρεμίσουμε κι αυτούς...