Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2007

Νυχτερινές περιπολίες στη Λευκωσία


Τα βράδια, ο άλλος του εαυτός το σκάει κρυφά απο τις καθημερινές συμβάσεις και αλητεύει στα στενά της παλιάς Λευκωσίας. Αφουγκράζεται τον αχό αλλοτινών φωνών, που φτάνουν ακατάληπτες στα αυτιά του. Θυμάται τη σκηνή από μια ταινία, τη γεύση από ένα φιλί και ένα απόγευμα του Ιούλη στα "Καλά καθούμενα", ανάμεσα σε ψευτοκουλτουριάρηδες, φρικιά και wannabe δικηγόρους. Τις υγρές νύχτες αράζει στη μπάρα του "Χαμάμ" και πάνω από ένα Southern Comfort εξομολογείται στο φίλο του αδιέξοδα, ηδονικές εκκρίσεις σωματικών υγρών και μύχιες σκέψεις, καθώς στο μυαλό του ο Πορτοκάλογλου ξανατραγουδά τον Άσωτο Υιό. Τα κίτρινα φώτα αρχίζουν να διαθλόνται σε άλλες διαστάσεις όσο το αλκοόλ κατακλύζει τα εγκεφαλικά κύτταρα του και χαμογελάει φευγαλέα στην κοπέλα που μόλις μπήκε.
Το ξημέρωμα, σε εκείνη τη στιγμή της απόλυτης ησυχίας, γέρνει ήρεμος και πλήρης στο στρώμα του για να συνοψίσει τα όνειρα, μέχρι να ανοίξει τα μάτια στον "αληθινό" κόσμο...

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

The alcoholic

Night lights through a dark tree
while listening to
bad piano music on the radio and
nearing the bottom of the
bottle and
feeling fairly good
deciding to sleep
early
before midnight

already imagining
the body
under blanket and sheet
but
not quite sure
the body won’t go
down the stairway
and come back up with
a new bottle
and type until
3 a.m.

I like being not
quite sure.
I don’t like
being sure

I’m sure
I like being
not quite
sure

damn, this is
silly stuff.

I’m sending the
body down
for another bottle,
for sure, and
I like it.

Charles Bukowski

Αφιερωμένο.